Εχει αποτύχει το ευρώ;
Το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα και το χαμένο στοίχημα της πολιτικής ενοποίησης
Είναι το ερώτημα που όποιος (όπως ο γράφων) έχει υποστηρίξει και εργαστεί για την εγκαθίδρυση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, του ενιαίου νομίσματος, του ευρώ δηλαδή, δεν μπορεί να το θέσει εύκολα. Το ευρώ δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, ως το αποφασιστικό βήμα για την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, που θα σφράγιζε οριστικά και αμετάκλητα ένα ιστορικό παρελθόν διαιρέσεων, συγκρούσεων, καχυποψίας, αντιπαλοτήτων, που θα καθιστούσε τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης «μη αναστρέψιμο εγχείρημα». Θα δημιουργούσε, επίσης, τις συνθήκες για υψηλότερη ευημερία, σταθερότητα και ασφάλεια των χωρών-μελών της Ενωσης. Το ότι το ευρώ ερχόταν στη ζωή μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τη συνένωση των δύο Γερμανιών ήταν ιδιαίτερα συμβολικό για τη μελλοντική ιστορία της Ευρώπης.
Υπήρχαν, βεβαίως, πάντοτε οι αμφισβητίες, οι ευρωσκεπτικιστές, που θεωρούσαν εξαρχής το «εγχείρημα ευρώ» ανέφικτο, καταδικασμένο σε αποτυχία. Γι' αυτούς ήταν και βαθύτατα ανεπιθύμητο, για σειρά από λόγους. Επικαλούνταν το ότι η Ενωση δεν αποτελούσε «άριστη νομισματική περιοχή», την ανομοιογένεια των οικονομικών διαρθρώσεων και επιδόσεων (π.χ. την ανταγωνιστικότητα) των χωρών, τη διαφορετική οικονομική κουλτούρα - με χώρες θρησκευτικά προσηλωμένες στη λογική της οικονομικής-δημοσιονομικής σταθερότητας (Γερμανία, Ολλανδία κ.ά.) και χώρες μάλλον ανέμελες στη συσσώρευση ελλειμμάτων και χρέους (χώρες του μεσογειακού Νότου). Επεσήμαιναν ακόμη το ημιτελές του οικοδομήματος ΟΝΕ που εγκαθίδρυσε η Συνθήκη του Μάαστριχτ, ένα προωθημένο ομοσπονδιακού τύπου νομισματικό σκέλος με ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αλλά με ουσιαστικά ανύπαρκτο οικονομικό σκέλος. Θα είχαμε δηλαδή μια ενιαία νομισματική πολιτική με ενιαία επιτόκια για όλο τον χώρο («one size fits all») αλλά πολλαπλές ανεξάρτητες, κυρίαρχες δημοσιονομικές, οικονομικές, εισοδηματικές πολιτικές. Θα είχαμε Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα χωρίς κεντρική ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Ολα αυτά φαίνονταν ασυμβίβαστες καταστάσεις, καταδικασμένες να μη μακροημερεύσουν.
Από την άλλη, πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι κύριοι πρωταγωνιστές του σχεδίου για την εγκαθίδρυση της ΟΝΕ είδαν το σχέδιο αυτό ως μέρος μιας εξελικτικής διαδικασίας, που θα οδηγούσε σταδιακά από τη νομισματική στην οικονομική ένωση και τελικά στην πολιτική ένωση και στην κεντρική ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Την άποψη αυτή ενστερνίζονταν κυρίως ο Ζ. Ντελόρ, ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που είχε προτείνει και συγκεκριμένα βήματα/προτάσεις για την εγκαθίδρυση της οικονομικής ένωσης. Για διάφορους λόγους, οι προτάσεις αυτές δεν έγιναν αποδεκτές κι ούτε δούλεψε η εξελικτική νεολειτουργική προσέγγιση. Εγιναν ορισμένα πράγματα για την ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας (Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης) αλλά τίποτα πέραν αυτού για την προώθηση της οικονομικής και πολιτικής διακυβέρνησης.
Αντίθετα, η αρχική επιτυχία του ευρώ δημιούργησε σχετική ευφορία και την πεποίθηση ότι, παρά τις εμπειρίες του παρελθόντος, θα μπορούσε να υπάρξει νομισματική ένωση χωρίς πολιτική ένωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα όσο και η Συνθήκη της Λισαβώνας (η διαπραγμάτευση των οποίων έγινε την περίοδο 2002-2007, περίοδο ευφορίας και εφησυχασμού για το ευρώ) αγνόησαν επιδεικτικά το θέμα της οικονομικής διακυβέρνησης. Εκτός από κάποιες οριακές βελτιώσεις (για Eurogroup κ.λπ.) δεν προβλέπουν τίποτε αξιόλογο. Ετσι σήμερα βρισκόμαστε στην κρίση στην οποία βρισκόμαστε.
Βρισκόμαστε δηλαδή σε μια κρίση που δείχνει να δημιουργεί νέες διαιρέσεις στον ευρωπαϊκό χώρο (Βορρά - Νότου, κέντρου - περιφέρειας), να απομακρύνει τους λαούς, να ευνοεί τη δημιουργία νέων καχυποψιών και την αναπαραγωγή νέων στερεοτύπων και αντιπαλοτήτων που αναβιώνουν ακόμη και τραυματικές μνήμες από τον πόλεμο. Σε πρώτη ανάγνωση τουλάχιστον, το ευρώ, αντί να δημιουργεί συνθήκες βαθύτερης ενοποίησης, «συμβάλλει» σε αναπαραγωγή προϋποθέσεων βαθύτερης διαίρεσης! Θλιβερό.
Γιατί έφθασαν εδώ τα πράγματα; Νομίζω για έναν απλό μεν αλλά πολιτικά σύνθετο λόγο: διότι πολιτικές ηγεσίες και πολιτικά συστήματα αρνήθηκαν να αποδεχθούν τη βαθύτερη εσωτερική λογική της νομισματικής ένωσης (ανεξάρτητα από τις επιμέρους ευθύνες κρατών-μελών), τη λογική δηλαδή ότι τη νομισματική ένωση «όφειλε» να ακολουθήσει οικονομική και πολιτική ένωση ομοσπονδιακής έμπνευσης που θα συμπεριελάμβανε και ισχυρά στοιχεία «ένωσης μεταφοράς πόρων» (transfers union), είτε αυτό αρέσει είτε δεν αρέσει σε ορισμένες χώρες.
Και ακριβώς αυτή τη μείζονα πρόκληση αντιμετωπίζουν τώρα οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης: ή θα προωθήσουν την οικονομική και πολιτική ένωση με ό,τι αυτή συνεπάγεται ή το ευρώ θα καταρρεύσει, θα γίνει δηλαδή ο νεκροθάφτης της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ο παράγων επιστροφής στην Ευρώπη των διαιρέσεων. Θέλω να πιστεύω ότι θα πάνε στην πρώτη επιλογή.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του ΔΣ του ΕΛΙΑΜΕΠ.