Χρεοκοπία κεντρικής τράπεζας στην ευρωζώνη;
Από την εποχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers, οι αγορές έμαθαν να ζουν με το αδιανόητο. Το τελευταίο… αδιανόητο, που οι αγορές προσπαθούν πλέον να προσεγγίσουν, σε ένα περιβάλλον ακραίας ανασφάλειας, ξεπερνά κάθε όριο: μετά τις χρεοκοπίες κορυφαίων τραπεζών και ανεπτυγμένων οικονομιών, μήπως θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε και με χρεοκοπημένες κεντρικές τράπεζες και μάλιστα στην ευρωζώνη;
Αφορμή για αυτές τις ασκήσεις, που ίσως δεν είναι και τόσο θεωρητικές πλέον, δίνει η περίπτωση της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας και οι ανορθόδοξες παρεμβάσεις της για να υποστηρίξει με ρευστότητα ένα τραπεζικό σύστημα που είδε μέσα σε λίγους μήνες τις καταθέσεις του να «εξατμίζονται», συμπαρασύροντας στο χείλος της χρεοκοπίας και την κυβέρνηση της χώρας, παρότι είχε σχετικά χαμηλό χρέος και ήταν «πρωταθλήτρια» στα προγράμματα λιτότητας, πολύ πριν τη «διάσωση» της Ελλάδας με το διεθνές δάνειο των 110 δις. ευρώ.
Οι ιρλανδικές τράπεζες, που σπατάλησαν «ποταμούς» κεφαλαίων στα πιο απίθανα δάνεια, κυρίως στον τομέα της ανάπτυξης ακινήτων, είναι γνωστό ότι είναι οι καλύτεροι «πελάτες» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αντλώντας χρηματοδοτήσεις που από καιρό έχουν ξεπεράσει το ύψος του εθνικού προϊόντος της Ιρλανδίας. Όπως έχει γράψει και στο παρελθόν το «Β», όμως, εκτός από αυτές τις χρηματοδοτήσεις, οι τράπεζες της Ιρλανδίας, που εκτός από την Bank of Ireland έχουν πλέον κρατικοποιηθεί, άντλησαν πρωτοφανώς υψηλά ποσά ρευστότητας και από την ίδια την Κεντρική Τράπεζα της χώρας, όταν εξάντλησαν όλα τα καλύμματα δανεισμού που γίνονταν αποδεκτά από την ΕΚΤ.
Προσφέροντας Ενισχύσεις Ρευστότητας Έκτακτης Ανάγκης (Emergency Liquidity Assistance – ELA), η Κεντρική Τράπεζα της Ιρλανδία ξεπέρασε κάθε όριο ανορθόδοξων μεθοδεύσεων στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής. Με αυτό το εργαλείο χρηματοδότησης, χωρίς την παραμικρή εγγύηση από τις ίδιες τις τράπεζες, αλλά με την κάλυψη του Δημοσίου, οι ιρλανδικές τράπεζες άντλησαν ποσά που αντιστοιχούν σχεδόν στο ένα τρίτο του ΑΕΠ της χώρας! Το ίδιο εργαλείο χρησιμοποίησαν στην κρίση και άλλες κεντρικές τράπεζες, από την Bundesbank ως την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά για μικρά ποσά, της τάξεως του 1% έως 2% του ΑΕΠ κάθε χώρας.
Ποιος είναι ο κίνδυνος από αυτή την κατάχρηση ενός εργαλείου έκτακτης ανάγκης; Οι Ενισχύσεις Ρευστότητας Έκτακτης Ανάγκης είναι η μοναδική θεσμική δυνατότητα που έχουν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες στην ευρωζώνη να δημιουργούν ρευστότητα, να «τυπώνουν» ηλεκτρονικό χρήμα, ερήμην της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σε αυτή την περίπτωση, όποια ζημιά υποστεί μια εθνική κεντρική τράπεζα βαρύνει το δικό της ισολογισμό και τον προϋπολογισμό της εθνικής κυβέρνησης, που είναι τελικά υπεύθυνη για τις ζημιές, αν δεν καλυφθούν με άλλο τρόπο.
Ουσιαστικά, οι Ιρλανδοί βρήκαν άλλο ένα τρόπο, πέραν της κλασικής δημιουργικής λογιστικής, στην οποία «διέπρεψε» η Ελλάδα, για να «κουρελιάζουν» τη θεσμική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης. Στην Ιρλανδία, στην πραγματικότητα το Δημόσιο έχει δημιουργήσει, μέσα από τους μηχανισμούς παροχής ρευστότητας στις τράπεζες χωρίς εγγυήσεις, ένα «κρυφό χρέος» που φθάνει στο 1/3 του ΑΕΠ της χώρας!
Σε μια έκθεση με τον εύγλωττο τίτλο: «Ενισχύσεις Ρευστότητας Έκτακτης Ανάγκης – Ένας αυτοκράτορας χωρίς ρούχα;», αναλυτές της Citi, με επικεφαλής τον κορυφαίο οικονομολόγο της τράπεζας, Βίλεμ Μπιτέρ, δοκιμάζουν να στήσουν σε αυτή τη βάση ένα εξαιρετικά αλλόκοτο σενάριο χρεοκοπίας της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας!
Οι αναλυτές διαπιστώνουν, έχοντας ως βασική παραδοχή ότι οι ιρλανδικές τράπεζες δεν είναι σε θέση να επιστρέψουν στην Κεντρική Τράπεζα της Ιρλανδίας αυτές τις ενισχύσεις, ότι τα κεφάλαιά της αποτελούν μικρό κλάσμα αυτών των χρηματοδοτήσεων και δεν επαρκούν για να καλύψουν τέτοια ζημιά. Σε αυτή την περίπτωση, η Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε να ζητήσει τη βοήθεια του Ευρωσυστήματος, ζητώντας να της δοθεί ως προκαταβολή το μερίδιό της από τα κέρδη από τη διαχείριση του νομίσματος. Το πιθανότερο είναι, όμως, να λάβει αρνητική απάντηση από τις άλλες εθνικές κεντρικές τράπεζες και τη διοίκηση της ΕΚΤ. Τελευταία δυνατότητα για την κάλυψη αυτών των ζημιών θα ήταν η προσφυγή στο Δημόσιο, αλλά οι αναλυτές της Citi εκφράζουν σοβαρές αμφιβολίες για το αν το Δουβλίνο θα είναι σε θέση να καλύψει τη ζημιά, δεδομένου μάλιστα ότι το «πακέτο» του διεθνούς δανείου διάσωσης που έχει λάβει δεν φαίνεται να επαρκεί.
Η Irish Independent, σε πρόσφατο ρεπορτάζ με τον καταγγελτικό τίτλο «Τυπώνουμε δισεκατομμύρια μόνο για να σώσουμε τις τράπεζες», προχώρησε σε δυσοίωνες προβλέψεις για την εξέλιξη αυτής της κρίσης: «αν η ΕΚΤ και η Ιρλανδική Κεντρική Τράπεζα δεν σκεφθούν γρήγορα κάτι από κοινού, το πρώτο θέμα που θα αντιμετωπίσει ο επόμενος υπουργός Οικονομικών θα είναι μια ακόμη επιδείνωση της ιρλανδικής τραπεζικής κρίσης. Αν πιστεύατε ότι τα πράγματα είναι άσχημα στις ιρλανδικέ τράπεζες, δεν έχετε δει τίποτε ακόμη».
Τι θα γίνει, λοιπόν, τελικά; Θα πληρώσουν το «μάρμαρο» οι ιδιώτες δανειστές των ιρλανδικών τραπεζών; Θα λάβει πρόσθετο δάνειο η Ιρλανδία από το διεθνή μηχανισμό στήριξης, για καλύψει και αυτές τις ζημιές; Ή θα αφεθεί να χρεοκοπήσει μια κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης; Προφανώς και δεν θα υπάρξει χρεοκοπία κεντρικής τράπεζας, ούτε και θα «κουρευτούν» οι ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν δανείσει τεράστια ποσά στις ιρλανδικές. Το πιθανότερο είναι, ότι και αυτή η τεράστια ζημιά θα «πέσει στις πλάτες» των φορολογούμενων της Ιρλανδίας, με τη μορφή ενός ακόμη διεθνούς δανείου που θα κληθούν να ξοφλήσουν…