Τι είπαν οι τραπεζίτες για ρευστότητα, επισφάλειες, κεφαλαιακή επάρκεια
Συγκρατημένα αισιόδοξοι για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη διαχείριση του ελληνικού χρέους, εμφανίστηκαν χθες οι τραπεζίτες στην κεκλεισμένων των θυρών γενική συνέλευση της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) όπου πρωταγωνίστησαν τα θέματα της ρευστότητας, της κεφαλαιακής επάρκειας και των επισφαλειών από μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στο κυρίαρχο θέμα της ρευστότητας επισημάνθηκε ότι παρά τις εκροές καταθέσεων που έχουν υποστεί οι ελληνικές τράπεζες, ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ειδικότερα, όπως ειπώθηκε, στα τέλη του 2010 ο συγκεκριμένος δείκτης βρισκόταν στο 105% από 91% το 2009, όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη φτάνει ακόμη και στο 170% - 200%. Τα επίπεδα του δείκτη δανείων προς καταθέσεις στην Ελλάδα δείχνουν ότι η έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε χορηγήσεις σχεδόν καλύπτεται από το ύψος των καταθέσεων, καταδεικνύοντας ότι οι ελληνικές τράπεζες υφίστανται και δεν δημιούργησαν αυτές τις συνθήκες της κρίσης όπως συνέβη σε άλλες χώρες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕΤ, τα υπόλοιπα των καταθέσεων και των συμφωνιών επαναγοράς νοικοκυριών, επιχειρήσεων και νομικών προσώπων στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα απομειώθηκαν κατά 40 δισ. ευρώ το 2010 και διαμορφώθηκαν στα 245 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 215 δισ. ευρώ αφορούν υπόλοιπα καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων), όταν την ίδια στιγμή οι χορηγήσεις των τραπεζών ανήλθαν σε 258 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι από τις αρχές του 2011 η απομείωση της καταθετικής βάσης των τραπεζών συνεχίζεται, με το μεγαλύτερο ποσοστό των τακτικών αναλήψεων να αφορά την κάλυψη τρεχουσών αναγκών νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με μεσοδιαστήματα αναλήψεων «πανικού» για την προοπτική της ελληνικής Οικονομίας.
Από την 1/1/2011 μέχρι και τον Απρίλιο η καταθετική βάση των ελληνικών τραπεζών μειώθηκε περαιτέρω κατά 13 δισ. ευρώ, ενώ οι μήνες Μάιος και Ιούνιος ήταν ιδιαίτερα δύσκολοι, με τραπεζίτες να εκτιμούν ότι οι εκροές καταθέσεων μέχρι τα τέλη του α΄ εξαμήνου μπορεί να προσεγγίσουν τα 18 – 20 δισ. ευρώ.
Στη χθεσινή συνέλευσή τους οι τραπεζίτες εμφανίστηκαν ανήσυχοι και για τις επιπτώσεις των νέων μέτρων στο ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς αναμένεται να επιφέρουν νέα μεγάλη μείωση του εισοδήματος ή και να επιτείνουν το μέγεθος της ανεργίας. Εκτίμησαν, ωστόσο, ότι όπως στην διεθνή κρίση του 2008 οι επισφάλειες διογκώθηκαν στο α΄ τρίμηνο του 2009 και έκτοτε κινούνται συνεχώς πτωτικά, έτσι και στην Ελλάδα οι επισφάλειες μπορεί να κορυφωθούν μέσα στο τρέχον έτος και να αρχίσουν να υποχωρούν από το 2012 σε συνάρτηση και με τον ρυθμό ανάκαμψης της ελληνικής Οικονομίας.
Οσον αφορά, τέλος, στο θέμα της κεφαλαιακής επάρκειας, ανακοινώθηκε στους τραπεζίτες ότι ο Σεπτέμβριος του 2012 είναι τρόπον τινά η καταληκτική ημερομηνία ώστε οι τράπεζες να είναι έτοιμες από πλευράς κεφαλαίων να ανταποκριθούν στους κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ που θα λάβει τότε επίσημη ισχύ.