Στεγαστική Πίστη: Ψάχνει «λύσεις» παρά την ύφεση
Ραμμένα στα μέτρα του πελάτη είναι όσο ποτέ άλλοτε τα σημερινά προγράμματα στεγαστικών δανείων που προσφέρουν οι τράπεζες, δείγμα του συνεχώς εντεινόμενου ανταγωνισμού που έχει αναπτυχθεί στη συγκεκριμένη κατηγορία δανείων.
Σε κατάσταση ύφεσης αναμένεται να παραμείνει η αγορά στεγαστικής πίστης και το 2011, καθώς η τραπεζική συμμετοχή στη χρηματοδότηση για την απόκτηση ακίνητης περιουσίας περιορίζεται, εξαιτίας της μείωσης των αποταμιεύσεων των ενδιαφερόμενων, αλλά και της περιορισμένης επέκτασης των τραπεζών. Ετσι η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια από αυτούς που έχουν ρευστότητα θα μειώνεται, αλλά η τάση αυτή αναμένεται να εξισορροπηθεί από ενδεχόμενη αύξηση της ζήτησης από τα μεσαία στρώματα που το εισόδημά τους έχει μειωθεί.
Γενικά, η σημερινή συγκυρία φαίνεται να έχει επηρεάσει λιγότερο την κατηγορία των στεγαστικών δανείων σε σχέση με άλλα δανειακά προϊόντα. Και αυτό γιατί, όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Βέρρας, Αναπληρωτής Διευθυντής Ανάπτυξης Αγορών της Εμπορικής Τράπεζας, «στην ανάγκη διατήρησης του βιοτικού επιπέδου εντάσσεται και η κατοχή ενός ακινήτου, πράγμα το οποίο αποτελεί διαχρονική αξία για τους Ελληνες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν το ενοίκιο ως δαπάνη, ενώ τη δόση του στεγαστικού ως επένδυση για τους ίδιους και τις οικογένειές τους».
Πάντως, η αναμενόμενη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος το 2011 κατά περίπου 10% σε σχέση με το 2010, επιδρά καταλυτικά στην αναστολή αποφάσεων για αγορά ή ανέγερση κατοικίας. Εάν σε αυτό προστεθεί το θολό φορολογικό τοπίο περί της μελλοντικής φορολογικής μεταχείρισης τόσο της απόκτησης, όσο και της διατήρησης ακίνητης περιουσίας, καθώς και ο περιορισμός των χρηματοδοτήσεων εκ μέρους των τραπεζών, δημιουργείται και συντηρείται μια κατάσταση ύφεσης στην αγορά ακινήτων και κατ’ επέκταση στη στεγαστική πίστη.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες έρευνες, το 81% των Ελλήνων κρίνει την τρέχουσα περίοδο ακατάλληλη για αγορές, ενώ το 86% παραδέχεται ότι έχει αλλάξει τον τρόπο που ξοδεύει, προκειμένου να μπορέσει να ανταπεξέλθει στη νέα πραγματικότητα.
Στο 4% η κάμψη των κατοικιών
Η αγορά της στέγης διανύει για ακόμα μία χρονιά με μειωμένους ρυθμούς επέκτασης. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος αναφορικά με την πορεία τιμών των κατοικιών, η κάμψη των κατοικιών κατά το 2010 διαμορφώθηκε στο 4%, προειδοποιώντας για ακόμα χαμηλότερα επίπεδα τιμών κατά το τρέχον έτος.
Σε αντίθεση με τα όσα ίσχυαν μέχρι και τα μέσα του 2010, πλέον τα νεόδμητα ακίνητα είναι εκείνα που καταγράφουν τις μεγαλύτερες απώλειες, με πτώση 4,4% το 2010, έναντι 2% το 2009. Πρόκειται για μια αντιστροφή της παλιότερης τάσης κι ένα σαφές δείγμα ότι ορισμένοι εκ των κατασκευαστών προχωρούν σε μεγαλύτερες εκπτώσεις, συγκριτικά με τους προηγούμενους μήνες.
Αντιθέτως, η πτώση των τιμών επιβραδύνεται στα παλιότερα ακίνητα ηλικίας τουλάχιστον πέντε ετών, υποχωρώντας κατά 3,8% το 2010, συγκριτικά με την κάμψη του 4,8% που είχε καταγραφεί το 2009. Αξίζει να σημειωθεί ότι πέρυσι η πτώση των τιμών των κατοικιών ήταν εντονότερη στην περιφέρεια της χώρας (μείωση 6,9% στη Θεσσαλονίκη, 4,8% στα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα), ενώ περιορίστηκε στο 2,8% στην Αθήνα (από 4,6% το 2009). Δεδομένου ότι η αγορά ακινήτων αντανακλά άμεσα τη γενική προοπτική της ελληνικής οικονομίας, αναμένεται ότι και κατά το 2011 θα συνεχιστεί η πίεση στις τιμές των ακινήτων.
Στην επαρχία, η μείωση των τιμών προηγήθηκε των μεγάλων αστικών κέντρων και αναμένεται εξ’ αυτού του λόγου μικρής έκτασης τόνωση της ζήτησης, η οποία ενισχύεται περαιτέρω από αγοραστές, έλληνες και ξένους, εξοχικής ή μόνιμης κατοικίας.
Πάντως, οι τράπεζες εξακολουθούν να έχουν πλήρη γκάμα προϊόντων που καλύπτουν τις ανάγκες χρηματοδότησης των πελατών τους για την αγορά κατοικίας.
Τα δάνεια κατοικίας που προσφέρουν σήμερα οι τράπεζες μπορούν να χρηματοδοτήσουν την απόκτηση κατοικίας ή άλλου τύπου ακινήτου, είτε για ιδιόχρηση, είτε για επένδυση. Εκτός από την αγορά ακινήτου, χρηματοδοτείται επίσης η αγορά οικοπέδου, καθώς και η ανέγερση, προσθήκη ή επισκευή του ακινήτου. Επίσης, οι περισσότερες τράπεζες δίνουν τη δυνατότητα μεταφοράς στεγαστικού από άλλη τράπεζα χωρίς έξοδα.
Η χρηματοδότηση, διάρκειας συνήθως από 5 έως 40 έτη, μπορεί να καλύψει το κόστος αγοράς του ακινήτου ή του προϋπολογισμού κόστους εργασιών σε περίπτωση που κάποιος χτίζει σε δικό του οικόπεδο. Επιπλέον, είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν και τα έξοδα που προκύπτουν από την απόκτηση του ακινήτου, όπως φόρος μεταβιβάσεως ακινήτου, αμοιβές συμβολαιογράφων και δικηγόρων, η εφάπαξ δαπάνη του δανείου κ.ά. Το μέγιστο ποσοστό χρηματοδοτήσεως κατά κανόνα ανέρχεται έως το 75% της αξίας του ακινήτου αλλά κάποια προγράμματα φτάνουν και το 100%.
Με βάση το Euribor ή το ελβετικό φράγκο διαμορφώνονται τα επιτόκια
Σε ότι αφορά τα επιτόκια σχεδόν όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δίνουν την επιλογή δανείου σε ελβετικό φράγκο ή σε ευρώ, το οποίο συνδέεται με το Euribor τριμήνου. Γενικά τα επιτόκια κυμαίνονται στο επίπεδο του 3%-7%, ανάλογα με το ποσό και το χρόνο αποπληρωμής του δανείου, αν είναι σταθερό ή κυμαινόμενο, και το νόμισμα στο οποίοι συνάπτεται το δάνειο.
Οι τράπεζες έχουν εξελίξει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα προγράμματά τους, έτσι ώστε ο δανειολήπτης να μπορεί να προσαρμόζει το δάνειο και το ποσό της δόσης ανάλογα με τις δυνατότητές του αλλά και ανάλογα με απρόοπτα γεγονότα που μπορούν να του συμβούν, όπως η απόλυση από την εργασία του, η μείωση του εισοδήματός του για διάφορους λόγους κ.λπ.
Ετσι, υπάρχει για τους περισσότερους η δυνατότητα να έχουν σταθερό επιτόκιο για κάποια χρόνια, το οποίο στη συνέχεια να μετατρέπεται σε κυμαινόμενο ή το ανάποδο, να μπορούν να παραλείπουν κάποιες δόσεις κατά τη διάρκεια του χρόνου, ή να μην πληρώνουν δόσεις για κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα, επιμηκύνοντας το χρόνο αποπληρωμής του δανείου τους.
Επίσης, μπορούν να μειώνουν τη δόση που πληρώνουν στο μισό για κάποιο διάστημα ή να πληρώνουν μόνο τους τόκους, ή αν θέλουν να πληρώνουν το διπλάσιο της δόσης, αν τα οικονομικά τους πηγαίνουν καλύτερα από το αναμενόμενο. Μία άλλη δυνατότητα που έχουν είναι να δανείζονται σε ευρώ και στη συνέχεια να γυρίζουν το δάνειο σε ελβετικό φράγκο, ενώ υπάρχει και περίοδος χάριτος μη πληρωμής στην αρχή μέχρι και δύο χρόνια.
Προγράμματα για ειδικές ομάδες δανειοληπτών
Οι τράπεζες έχουν φτιάξει μέχρι και ειδικά προγράμματα για όσους έχουν το δικαίωμα επιδότησης στεγαστικού δανείου από το δημόσιο, προσφέροντας συμπληρωματικό ποσό στο επιδοτούμενο δάνειο των δικαιούχων. Αλλες ειδικές κατηγορίες δανειοληπτών, για τους οποίους οι τράπεζες έχουν δημιουργήσει προϊόντα είναι γι’ αυτούς που τα σπίτια τους έχουν ζημιές από φυσικές καταστροφές (σεισμούς, πλημμύρες, κ.λπ.) και για τους έλληνες παλιννοστούντες από χώρες της τέως Σοβιετικής Ενωσης σε διάφορες ζώνες της επικράτειας. Οι όροι και οι προϋποθέσεις χορηγήσεως αυτών των δανείων καθορίζονται από τις εκάστοτε Υπουργικές Αποφάσεις.
«Στην Εμπορική Τράπεζα διαθέτουμε μία πλήρη δέσμη προϊόντων στεγαστικής πίστης, προσφέροντας πραγματικές λύσεις σε πραγματικές ανάγκες των πελατών μας» αναφέρει ο Κ. Βέρρας.
Συνοπτικά τα κυριότερα στεγαστικά προϊόντα της Εμπορικής είναι τα:
Α) Στεγαστικό δάνειο SafeHome - Πρόκειται για δάνειο με σταθερό επιτόκιο για τα πρώτα 5 χρόνια 4,90% και στη συνέχεια, είτε εκ νέου ανανέωση σε σταθερό επιτόκιο, είτε σε κυμαινόμενο με βάση το Euribor 3M, Χρηματοδότηση έως 200.000 ευρώ και διάρκεια 5 - 30 έτη.
Τα πλεονεκτήματα δανείου είναι:
• Το χαμηλότερο σήμερα σταθερό επιτόκιο της αγοράς για 5ετία
• Δυνατότητα περιόδου χάριτος έως 12 μήνες
• Δωρεάν πρόγραμμα προστασίας πληρωμής δόσης (σε περίπτωση επαγγελματικής δυσκολίας)
• Δυνατότητα παράλειψης έως δύο δόσεων το χρόνο.
Β) Στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου - Τα βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματος είναι τα εξής:
• Κυμαινόμενο επιτόκιο για όλη τη διάρκεια που συνδέεται με το Euribor 3 μηνών με περιθώριο από τα χαμηλότερα της αγοράς
• Διάρκεια 5 - 30 έτη
• Δυνατότητα περιόδου χάριτος έως 12 μήνες.
Γ) Στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου - Στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου:
• Σταθερό επιτόκιο για διάρκεια από 1 έως 10 χρόνια κατ’ επιλογή του πελάτη, και ανανέωση στη λήξη της σταθερής περιόδου, είτε με νέο σταθερό είτε με κυμαινόμενο
• Διάρκεια έως 30 έτη
• Δυνατότητα περιόδου χάριτος έως 12 μήνες.
Δ) Στεγαστικά δάνεια για μεταφορά υπολοίπων από άλλες Τράπεζες - Ολα τα παραπάνω στεγαστικά προγράμματα προσφέρονται και για μεταφορά ενήμερων υπολοίπων στεγαστικών δανείων και συγκέντρωση οφειλών από άλλες τράπεζες με την ίδια ανταγωνιστική τιμολόγηση στα σταθερού επιτοκίου και περαιτέρω μειωμένο περιθώριο στα κυμαινόμενου επιτοκίου, παρέχοντας επιπλέον:
• Επιστροφή εξόδων εγγραφής προσημείωσης (έως το 1% του ποσού δανείου)
• Δυνατότητα χορήγησης πρόσθετου συμπληρωματικού δανείου ίσου με το 20% του ποσού του δανείου και με τους ίδιους όρους.
Με τη μεταφορά, όχι μόνο του στεγαστικού δανείου στην Εμπορική, αλλά και της συνολικής δανειακής σχέσης (καταναλωτικά, κάρτες, κ.λπ.) μπορεί ο πελάτης, λόγω των χαμηλών επιτοκίων να δει μια γενναία μείωση των μηνιαίων του δόσεων, ειδικότερα στην εποχή μας, που ο εξορθολογισμός του οικογενειακού προϋπολογισμού αποτελεί ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί.
Οπως επισημαίνει ο Κ. Βέρρας «στην Εμπορική προσφέρουμε πραγματικές λύσεις στις πραγματικές ανάγκες των πελατών μας. Αυτό το κάνουμε σχεδιάζοντας προϊόντα, αφού προηγουμένως έχουμε ακούσει τις ανάγκες και τη γνώμη τους μέσω καλά στοχευμένων ερευνών, καθώς επίσης συμβουλευόμενοι τους ανθρώπους μας στην πρώτη γραμμή των καταστημάτων που γίνονται οι καθημερινοί δέκτες των ανησυχιών των πελατών».
Τρεις είναι οι κύριες σημερινές ανησυχίες:
1. Η επαγγελματική ανασφάλεια ή απρόβλεπτα γεγονότα που μπορούν να αναστείλουν την ικανότητα προς εργασία
2. Εκτακτα και απρόβλεπτα έξοδα που μπορούν να επιβαρύνουν το μηνιαίο προγραμματισμό
3. Προστασία από απότομες αυξήσεις των μηνιαίων δόσεων.
Για την πρώτη ανάγκη, η Εμπορική προσφέρει εντελώς δωρεάν προστασία του πελάτη στις εξής περιπτώσεις: μη-ηθελημένη απώλεια εργασίας, προσωρινή ανικανότητα προς εργασία λόγω ατυχήματος και προσωρινή ανικανότητα προς εργασία λόγω νοσοκομειακής περίθαλψης από ατύχημα. Καλύπτει δύο από τα παραπάνω απρόβλεπτα γεγονότα, ανάλογα με τη φύση της εργασίας του πελάτη, και έως 12 δόσεις για το καθένα, συνολικά, δηλαδή έως 24 δόσεις. Η «ομπρέλα» προστασίας επεκτείνεται με επιλογή προγράμματος αποπληρωμής του δανείου σε περίπτωση απώλειας ζωής ή μόνιμης ολικής ανικανότητας από ασθένεια ή ατύχημα.
Στη δεύτερη ανάγκη, απαντά με αναστολή πληρωμής έως δύο δόσεων το έτος σε περίπτωση έκτακτης οικονομικής δυσκολίας, με απλή δήλωση του πελάτη και χωρίς κανένα δικαιολογητικό.
Τέλος, στην τρίτη ανάγκη η Εμπορική προσφέρει «ιδιαίτερα χαμηλά και ανταγωνιστικά επιτόκια, που τα κρατάμε χαμηλά με τη δύναμη και τη ρευστότητα που μας παρέχει η Credit Agricole, στηρίζοντας έμπρακτα το ελληνικό νοικοκυριό και την ελληνική οικογένεια στη δύσκολη οικονομική κατάσταση που βιώνει» τονίζει ο Κ. Βέρρας.
Στην Εμπορική οι εξειδικευμένοι σύμβουλοι είναι πάντα στο πλευρό του πελάτη, για να τον συμβουλεύσουν για τη λύση που ταιριάζει καλύτερα στις δικές του ανάγκες.
«Η Εμπορική Τράπεζα αποτελεί στη σημερινή δύσκολη οικονομική πραγματικότητα μια από τις πιο δραστήριες τράπεζες στην αγορά στεγαστικής πίστης, με καθαρούς όρους και πραγματικές λύσεις για πραγματικές ανάγκες.
Ως μέλος της Credit Agricole, του μεγαλύτερου τραπεζικού ομίλου στη Γαλλία, διαθέτει και τη στρατηγική και τη ρευστότητα για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, ενθαρρύνοντας τις αγορές / επενδύσεις σε ακίνητα και την εξ αυτών αναζωπύρωση των συσχετιζόμενων δραστηριοτήτων (οικοδομή, εμπόριο, απασχόληση, κ.λπ.). Αποτέλεσμα της στρατηγικής μας αυτής είναι από τον Σεπτέμβριο του 2010 να αυξάνουμε σταθερά το μερίδιο μας στην αγορά στεγαστικής πίστης» καταλήγει ο Κ. Βέρρας.